10 Ιούν (Γ)Εσύ κι εγώ
Δευτέρα σήμερα. Η ζωή κυλάει όμορφα. Οι άνθρωποι ξεκινούν τη νέα εβδομάδα όπως μπορεί ο καθένας. Με όρεξη, με γκρίνια, με βαρεμάρα, με όνειρα, με στόχους. Καθένας παλεύει από το μετερίζι του, με τα όπλα του. Αγώνας χωρίς τέλος. Το κάθε επάγγελμα έχει τις δικές του δυσκολίες, ιδιαιτερότητες, αντιξοότητες κλπ.
Είναι γεγονός ότι ο καθένας μας γνωρίζει ό,τι αφορά τη δική του εργασία. Συνήθως δε, θεωρούμε πως η δουλειά των γύρω μας είναι πιο εύκολη, λιγότερο κουραστική, πιο κερδοφόρα. Σήμερα λοιπόν θα μιλήσω ως ιατρός, μια και βρισκόμαστε στο προσκήνιο τον τελευταίο καιρό με τη δημιουργία του νέου συστήματος υγείας στην Κύπρο (ΓΕΣΥ).
Συναντήσεις, διαπραγματεύσεις, συζητήσεις επί συζητήσεων, λογομαχίες, κόντρες και διαμάχες. Πολλή φασαρία που ζαλίζει και μπερδεύει των κόσμο που παρακολουθεί τους ιατρούς και τους εκπροσώπους της εξουσίας να αντιδικούν διαρκώς. Από τη μια οι ιατροί προσπαθούν να διαφυλάξουν το επάγγελμά τους και τους ασθενείς, οι οποίοι αδιαμφισβήτητα δικαιούνται ίση και ποιοτική περίθαλψη, και από την άλλοι οι υπόλοιποι, συμπεριλαμβανομένων και πολλών ασθενών, τους κατηγορούν ότι είναι αχόρταγοι, φιλάργυροι και αρνούνται να χάσουν τα κεκτημένα τους εις βάρος του συνόλου.
Έκλεισα την τηλεόραση, έκλεισα τα αυτιά μου και συγκεντρώθηκα στην πορεία τη δική μου και των συναδέλφων που γνωρίζω. Ξέρω το κάθε μου βήμα από το πανεπιστήμιο ως σήμερα. Θυμάμαι τον αγώνα που έκανα, τις αμέτρητες ώρες που αφιέρωσα στο διάβασμα. Τις ατέλειωτες ώρες εργασίας και την κούραση στα νοσοκομεία. Την συνεχή προσπάθεια ενημέρωσης με διάβασμα, συνέδρια, σεμινάρια. Τις ώρες που έλλειψα από το σπίτι και το παιδί μου, ακόμη κι αν ήταν άρρωστο. Τις φορές που χρειάστηκε να μείνει μαζί μου στην εφημερία μου. Θα μου πείτε ήταν δική μου επιλογή, δε με υποχρέωσε κανείς. Αλλά όλοι μας κάνουμε τις επιλογές μας.
Όμως θα ήθελα να σκεφτείτε κάτι. Ένας ιατρός δεν τελειώνει τη δουλειά του μόλις ο ασθενής περάσει το κατώφλι του ιατρείου του και φύγει ή μόλις τελειώσει το χειρουργείο του. Διότι τότε έχει απλά ξεκινήσει. Η ευθύνη του είναι τεράστια. Έκανε σωστή διάγνωση; Συνταγογράφησε τα σωστά φάρμακα; Πως θα αντιδράσει ο ασθενής στη θεραπεία; Μήπως υπάρξει κάποια παρενέργεια; Πόσα υγρά χρειάζεται το 24ωρο ο ασθενής μετεγχειρητικά; Πως θα ελεγχθεί ο πόνος; Ποια αντιβιοτική αγωγή θα δράσει καλύτερα; Θα καταφέρει να ξεπεράσει τα κρίσιμα 24ωρα; Θα μπορέσει να έχει την στήριξη που χρειάζεται κι εκείνος και οι δικοί του άνθρωποι;
Η δουλειά αυτή, ή καλύτερα το λειτούργημα αυτό, δεν έχει ωράριο. Δεν είναι δυνατόν να υποδείξεις σε κάποιον πότε θα αρρωστήσει. Δεν μπορείς να κλείσεις το τηλέφωνό σου ούτε λεπτό. Ανά πάσα στιγμή σου τηλεφωνούν και θα πρέπει να είσαι διαθέσιμος, ξεκούραστος και έτοιμος να ανταποκριθείς. Πώς μπορεί κάποιος να κρίνει υψηλές τις αμοιβές όταν μια επίσκεψη πιθανότατα κοστίζει λιγότερο από ένα μασάζ, μια περιποίηση προσώπου ή ένα ακριβό μπουκάλι κρασί; Πόσο αξίζει δηλαδή η υγεία και η ζωή μας;
Μάλλον κοστίζει πολλά όταν κινδυνεύει και λίγα όταν την θεωρούμε δεδομένη. Και μάλλον εμείς οι γιατροί δεν χρειάζεται να αμοιβόμαστε αφού δεν έχουμε οικογένειες και υποχρεώσεις. Εκτός αν θέλει κάποιος να αναλάβει τις υποχρεώσεις μας και εμείς να δουλεύουμε με αμοιβές κατώτερες και από του ανειδίκευτου εργάτη. Γιατί όχι. Και κάτι τελευταίο. Εκείνοι που επέβαλαν αυτό το σύστημα υγείας όταν, ο μη γένοιτο, ασθενήσουν πού νοσηλεύονται; Μήπως από την πρώτη Ιουνίου δεν υπάρχει πλέον υγεία δυο ή και περισσοτέρων ταχυτήτων;
Sorry, the comment form is closed at this time.